- πυράγρα
- η каминные щипцы
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
πυράγρα — πυράγρᾱ , πυράγρα pair of fire tongs fem nom/voc/acc dual πυράγρᾱ , πυράγρα pair of fire tongs fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγρᾳ — πυράγραι , πυράγρα pair of fire tongs fem nom/voc pl πυράγρᾱͅ , πυράγρα pair of fire tongs fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγρα — η, ΝΜΑ λαβίδα αποτελούμενη από δύο σκέλη κατάλληλη για το ανασκάλεμα τής φωτιάς, πυρολαβίδα, μασιά νεοελλ. μεταλλική λαβίδα που χρησιμοποιείται από τους σιδηρουργούς για τη συγκράτηση τών διάπυρων μεταλλικών τεμαχίων, τσιμπίδα αρχ. (γενικά)… … Dictionary of Greek
πυράγρας — πυράγρᾱς , πυράγρα pair of fire tongs fem acc pl πυράγρᾱς , πυράγρα pair of fire tongs fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγραι — πυράγρα pair of fire tongs fem nom/voc pl πυράγρᾱͅ , πυράγρα pair of fire tongs fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγραν — πυράγρᾱν , πυράγρα pair of fire tongs fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγραις — πυράγρα pair of fire tongs fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγρη — πυράγρα pair of fire tongs fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγρην — πυράγρα pair of fire tongs fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγρης — πυράγρα pair of fire tongs fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυράγρῃ — πυράγρα pair of fire tongs fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)